30/5/08

Και τώρα;(η συνέχεια)

Βρήκα την απάντηση!!!

Λίγο πιο κάτω, στην ανάρτηση "Και τώρα;" στις 14/5/2008 ρωτούσα με απόγνωση : Τι κάνεις τότε; Συνεχίζεις με το άγχος και την πίεση γιατί η εργασιακή αβεβαιότητα σε τρομάζει;

Η απάντηση είναι : όχι!
Ή καλύτερα : ΟΧΙ!!!
Δεν αξίζει να υπομένεις την καθημερινή καταπίεση και το ρουτινιασμένο άγχος για να βγάζει κάποιος λεφτά από σένα χωρίς να αναγνωρίζει τίποτα και από πάνω να σου μεταβιβάζει ευθύνες για ότι στραβό συμβαίνει!

Γι' αυτό και παραιτήθηκα!
Ή μάλλον κάτι καλύτερο! Άρχισα να του γυρνάω πίσω το μπαλάκι, να του τονίζω τις ευθύνες και τα λάθη του και να έρθουμε σε ρήξη από την οποία προήλθε η απόλυσή μου. (Σιγά μου του χάριζα την αποζημίωση!)

Οι αφορμές της παραίτησης πολλές και δεν αξίζει να τις αναφέρω γιατί δεν θα γίνουν αντιληπτές.
Ένα, όμως, θα πω: Το πρώην αφεντικό μου δημοσίευσε ισολογισμό την περασμένη χρονιά 58.000.000 €. Τον τελευταίο μήνα μου κράτησε 100 € από το μισθό μου γιατί τα τηλέφωνα που έκανα,λέει, ήταν περισσότερα από τις δωρεάν ώρες ομιλίας του εταιρικού πακέτου που έχει!

Άντε γεια!

26/5/08

Ότι πιο όμορφο θυμάμαι από παιδί...

Έξω από το παράθυρό μου βρίσκεται ένα γέρικο έλατο. Το θυμάμαι από τότε που ήταν γερό και δυνατό και που με τη σκιά του και την όμορφη κορμοστασιά του στόλιζε όλη την αυλή. Το έλατο αυτό έριξε τους καρπούς του στο έδαφος, απ’ όπου βγήκαν άλλα δυο έλατα τα οποία προστάτευε από το κρύο και το χιόνι μέχρις ότου μπορέσουν και αυτά από μόνα τους να σταθούν στις ρίζες τους, να μεγαλώσουν και να κάνουν την δικιά τους ελατοοικογένεια.
Το μεγάλο έλατο με τα χρόνια άρχισε να γερνάει. Τα κλαδιά του να γίνονται αδύναμα, το φύλλωμά του να αραιώνει και ο κορμός του να καμπουριάζει. Δεν το πείραζε όμως, έτσι είναι ο νόμος της φύσης. Το μόνο που το ένοιαζε ήταν να βλέπει τα παιδιά και τα εγγόνια έλατα υγιή και ευτυχισμένα. Τα εγγόνια που τα αγαπούσε δυο φορές σαν τα παιδιά του. Που τα μεγάλωσε με τρυφερότητα, που τα έσφιγγε στην αγκαλιά του όταν κρύωναν, που τα νανούριζε όταν δεν κοιμόντουσαν, που τα τάιζε όταν πεινούσαν.
Μου άρεσε να κοιτάζω το γέρικο έλατο γιατί μου θύμιζε την παιδική μου ηλικία.
Γιατί σε κάθε εικόνα, σε κάθε μυρωδιά εκείνων των χρόνων, το έλατο αυτό ήταν πάντα εκεί, δίπλα μου. Ένα μεγάλο κομμάτι της ψυχής μου.
Πολύ αγαπημένο και πολύ όμορφο.
Την Παρασκευή το βράδυ χτύπησε το τηλέφωνο στο σπίτι. Ήταν η φωνή της μητέρας μου. Τρεμάμενη και λυπημένη. Άνοιξε το παράθυρο και το έλατο δεν στέκονταν πλέον όρθιο.
Είχε πεθάνει.
Την Παρασκευή το βράδυ οι έγχρωμες και χαρούμενες εικόνες της παιδικής μου ηλικίας έγιναν ξαφνικά ασπρόμαυρες και θλιμμένες. Ένα παράξενο πράγμα! Τα πράγματα που αναπολείς με χαρά και ευτυχία, ξαφνικά τα ίδια πράγματα να τα σκέφτεσαι και να γεμίζουν τα μάτια σου με δάκρια θλίψης και νοσταλγίας.
Την Παρασκευή το βράδυ πέθανε η αγαπημένη μου γιαγιά. Αυτή που με μεγάλωσε σαν παιδί της.
Που μου έκανε όλα τα χατίρια. Που τα καλοκαίρια στο χωριό κοντά της δεν θα τα άλλαζα με κανένα μέρος στον κόσμο και θα έδινα τα πάντα να τα ξαναζούσα.
Η γιαγιά μου ήταν ο πιο ανοιχτόκαρδος, αισιόδοξος και υπομονετικός άνθρωπος που έχω γνωρίσει στη ζωή μου. Ήταν ένας άγιος και έτσι θα τη θυμάμαι πάντα.


Σ’ αγαπώ πολύ…

14/5/08

Και τώρα;

Είναι πραγματικά μεγάλη τύχη το να κάνει κάποιος το χόμπι του επάγγελμα. Ή τουλάχιστον να κάνει κάτι δικό του και μέσα από τη δημιουργία της δουλειάς του να ολοκληρώνεται σαν άνθρωπος.
Τις περισσότερες φορές, όμως, η δουλειά είναι το μέσο για να κερδίζεις χρήματα, χωρίς να σε εκφράζει και χωρίς να σε ευχαριστεί. Το άγχος της καθημερινής τριβής, τα νούμερα που δεν έρχονται, τα παράπονα και οι γκρίνιες του αφεντικού, σε οδηγούν σε αδιέξοδο.
Επιπροσθέτως, καθώς μεγαλώνεις, οι ανάγκες αυξάνονται και οι υποχρεώσεις μεγαλώνουν.
Και έτσι, φθάνεις σε ένα σημείο, να βλέπεις τη δουλειά σαν βάσανο και η απόδοσή σου να πέφτει.
Τι κάνεις τότε; Συνεχίζεις με το άγχος και την πίεση γιατί η εργασιακή αβεβαιότητα σε τρομάζει;
Ή παίρνεις το ρίσκο και ξεκινάς κάτι δικό σου από το μηδεν αλλά χωρίς τα στάνταρ του μισθού σου;
Συγχρόνως, όσο το σκέφτεσαι, τα παράπονα του αφεντικού για την πτώση της αποτελεσματικότητας συνεχίζονται...

6/5/08

Θα τα πούμε...

Αυτό το "θα τα πούμε" στην ουσία του είναι από τις πιο μελαγχολικές φράσεις της ζωής μας. Μιας ζωής που σε καταπίνει στους ρυθμούς της καθημερινά, σε παίρνει το πρωί από το κρεβάτι, σε στροβιλίζει, σε υπνοτίζει, σου παίρνει τις ώρες και τις στιγμές και σε ξαναρίχνει στο κρεβάτι για να σε ξαναπάρει την επόμενη μέρα. Ένας καφές, ένα τσιγάρο, ένας φίλος, μια ώρα με τον σύντροφό σου μοίαζουν με πυγολαμπίδες στο σκοτάδι, που ευτύχώς υπάρχουν και αυτές και σου ξαναγεμίζουν τις μπαταρίες.
Και εκεί που είσαι απορροφημένος και τρέχεις να τα προλάβεις όλα, ξάφνου συναντάς ένα γνωστό σου, κοντοστέκεσαι, τον χαιρετάς και κλείνεις την ολιγόλεπτη κουβέντα με ένα ξερό, ανούσιο "θα τα πούμε, να κανονίσουμε να βρεθούμε κάποια στιγμή".
Την αμέσως επόμενη στιγμή ξέρεις πως αυτό δεν πρόκειται να συμβεί παρά μόνο τυχαία και πως τελικά αν αυτό το ''θα τα πούμε'' είχε μορφή θα ήταν σαν αυτά τα δώρα γάμου που τα σιχαίνεσαι, δεν μπορείς να τα αλλάξεις, τα δίνεις σε κάποιον άλλον που παντρεύεται και αυτός με τη σειρά του κάπου αλλόυ και πάει λέγοντας, έτσι για να βγούνε όλοι από την υποχρέωση.


Μπορεί να φταίει το ότι βρέχει και μου χάλασε τη διάθεση. Μπορεί να με έποιασαν τα υπαρξιακά μου. Συγχωράτε με!
Χρόνια πολλά σε όλους!
Χωρίς "θα τα πούμε"! Όχι άλλα "θα τα πούμε"! Τέρμα! Φτάνει πια!.....

Τόσοι μπήκαν, αλλά πόσοι βγήκαν;